gtoul_iatrΤα κορτικοστεροειδή -με κύριο εκπρόσωπο την κορτιζόλη- είναι οι πιο ισχυροί αντιφλεγμονώδεις παράγοντες που είναι διαθέσιμοι στην ιατρική.
Η δράση των κορτικοστεροειδών είναι σε γενικές γραμμές αναβολική στο ήπαρ (νεογλυκογένεση) και καταβολική στους μυς, στο δέρμα, στη λέμφο, στο λιπώδη και συνδετικό ιστό.

Η κορτιζόλη είναι χρήσιμη κατά τη διάρκεια μιας προπόνησης, δεδομένου ότι βοηθά με την αντιφλεγμονώδη δράση της στο μυοσκελετικό σύστημα, στην αναδόμηση των τραυματισμένων ιστών και συνεπώς στην καλύτερη ανάρρωση.

Μεγάλες δόσεις μπορεί να συγκαλύψουν την ύπαρξη μιας ερεθισμένης άρθρωσης ή τραυματισμένου μυός, αυξάνοντας έτσι την αθλητική απόδοση σ’ έναν τραυματισμένο αθλητή.

Επίσης η παροχή άμεσης ενέργειας μέσω της αύξησης της γλυκόζης στο αίμα (νεογλυκογένεση στο ήπαρ) βοηθά στην αύξηση της αντοχής.
Συχνά οι αθλητές τη χρησιμοποιούν, για να αποκτήσουν ένα αίσθημα ευφορίας, αφού η κορτιζόλη διεγείρει τη φυσιολογική ανταπόκριση του οργανισμού σε οποιαδήποτε κατάσταση stress.

Μέσω της διαδικασίας που ονομάζεται γλυκονεογένεση και λαμβάνει χώρα στο ηπατικό παρέγχυμα, συντίθεται γλυκόζη μέσω διάσπασης του μυϊκού ιστού.
Αυτό σε χρόνια βάση οδηγεί σε υπεργλυκαιμία, που με τη σειρά της οδηγεί σε αυξημένη αντίσταση των κυττάρων στην ινσουλίνη.
Η κορτιζόλη (γλυκοκορτικοστεροειδή) επίσης δρα λιπογεννητικά, αλλά οδηγεί και σε αύξηση των αλατοκορτικοειδών (αλδοστερόνη), με αποτέλεσμα την κατακράτηση νερού στο υποδόριο.

Αυτό για έναν αγωνιστικό αθλητή την ημέρα του αγώνα μπορεί να είναι καθοριστικό.

Η καταστολή της κορτιζόλης από την αμινογλουτεθιμίδη (cytadren-orimeten) θα επιφέρει καλύτερο αντι-καταβολισμό, αλλά και αυξημένο αίσθημα κόπωσης, λόγω ελαττωμένης αντι-φλεγμονώδους δράσης.

Όμως η καταστολή του υποθαλαμικού-υποφυσιακού-επινεφριδιακού άξονα που θα συμβεί με τη χορήγηση της αμινογλουτεθιμίδης, επιβάλλει την παράλληλη χορήγηση υδροξυκορτιζόνης για την πρόληψη της φλοιοεπινεφριδικής ανεπάρκειας.

Ισχυρά ενέσιμα αναβολικά (trenbolone, stanozolol) καταστέλλουν την κορτιζόλη και χαρακτηρίζονται από έντονη αναβολική δράση και συγχρόνως μυοσκελετικούς πόνους.

Όμως καταστέλλουν και τα αλατοκορτικοειδή (αλδοστερόνη) με αποτέλεσμα την αποφυγή κατακράτησης ύδατος και εμφάνισης οιδημάτων στο υποδόριο.

Συνεπώς είναι ιδανικά για προ-αγωνιστικές προετοιμασίες.

Οι συχνότερες άμεσες παρενέργειες της χρήσης κορτικοστεροειδών είναι η κατακράτηση υγρών και η υπεργλυκαιμία.

Οι παρενέργειες χρόνιας χρήσης περιλαμβάνουν επιπλοκές από πολλά συστήματα όπως:
– Διαταραχή του μεταβολισμού των λιπιδίων, που οδηγεί σε αύξηση της χοληστερόλης, των τριγλυκεριδίων και της LDL.
– Aρτηριακή υπέρταση
– Ινσουλιναιμία με αποτέλεσμα την αυξημένη όρεξη, βάρος και αυξημένο κίνδυνο ανάπτυξης ΣΔ II
– Oστεοπενία-οστεοπόρωση, χαλάρωση του συνδετικού ιστού με επακόλουθο τον αυξημένο κίνδυνο καταγμάτων
– Μυϊκή ατροφία
– Καθυστέρηση στην επούλωση τραυμάτων
– Γαστρικό έλκος (λόγω αυξημένης έκκρισης γαστρικού οξέος)
– Mεταβολή της διάθεσης (κατάθλιψη)
– Ελάττωση των επιπέδων τεστοστερόνης στους άνδρες (εξασθένιση της μετάδοσης σημάτων της LH και της στεροειδογένεσης στα κύτταρα του Leydig)
– Ελάττωση των επιπέδων οιστρογόνων στις γυναίκες (↑ DHEA)
– Χαρακτηριστικό είναι και το ιατρογενές σύνδρομο Cushing σε μακροχρόνια χορήγηση κορτικοστεροειδών με το πανσεληνοειδές προσωπείο, τα ισχνά καταβολικά άκρα και τον παχύ κορμό και την υπερτρίχωση.

ΚΟΡΤΙΚΟΣΤΕΡΟΕΙΔΗ ΚΑΙ BODYBUILDING

Leave a Reply