Δίαιτες με θερμιδικό έλλειμμα και χαμηλή ινσουλίνη, προάγουν τη μακροζωία.
Αυτό διότι καταστέλλεται η φλεγμονή μέσω χαμηλής ινσουλίνης και χαμηλού IGF1.
Υψηλή ινσουλίνη σχετίζεται με παχυσαρκία, μεταβολικό σύνδρομο και διαβήτη ΙΙ.
Αύξηση ινσουλίνης συνεπάγεται αύξηση ινσουλινοειδούς αυξητικού παράγοντα.
Αυτή η ορμόνη σχετίζεται με κυτταρική διαφοροποίηση και υπάρχει σε υψηλές συγκεντρώσεις στους όγκους.
Χαμηλές θερμίδες μέσω διαλείπουσας νηστείας αυξάνουν την πρωτεΐνη ΑΜΡΚ που συνάδει με τη μακροζωία. Και ελαττώνει την ραπαμπικίνη mTOR, καθώς και τη σωματομεδίνη.
Αυτά προάγονται και με τη μετφορμίνη που αποτρέπει τη γλυκαιμία και την αντίσταση στην ινσουλίνη. Αλλά και μιμείται τις συνθήκες νηστείας.
Είχε γίνει ένα πείραμα με δύο δίδυμα ινδικά εγχειρίδια.
Το ένα ακολούθησε δίαιτα υπέρ θερμιδική με υπέρ γλυκαιμικούς υδατάνθρακες και τρανς λιπαρά. Το άλλο ακολούθησε διαλείπουσα νηστεία και υπό θερμιδική δίαιτα.
Το πρώτο έζησε πέντε έτη λιγότερα, ενώ βρέθηκε εκτεταμένη αθηρωμάτωση.
Συμπερασματικά το λίγο φαγητό αλλά και ποιοτικό, αυξάνει το προσδόκιμο επιβίωσης.
Αντιθέτως οι πολλές θερμίδες κακής ποιότητας οδηγούν σε φλεγμονή. Της οποίας εξέλιξη αποτελεί και ο καρκίνος.